Από: http://www.inewsgr.com/286/ouzo-12-Ena-apo-ta-pio-istorika-ellinika-brands-perna-se-nea-epochi.htm
Του Δημήτρη Μαρκόπουλου
Οι λάτρεις των παλιών διαφημίσεων θα τη θυμούνται, καθώς πλέον θεωρείται κλασική. Ο λαϊκός, βαρύς και ασήκωτος Eλληνας μουστακαλής, αποκλεισμένος σαν Ροβινσώνας Κρούσος, παίζει ατάραχος με το κομπολόι του. Τι κι αν μπροστά του περνάνε καρχαρίες, όμορφες γοργόνες, ακόμα και πλοία που έρχονται να τον σώσουν; Ο ίδιος παραμένει αραχτός, απαθής και ατάραχος. Τίποτα δεν ταράζει τη νιρβάνα του. Παίζει το κομπολόι του και στοχάζεται αποκλεισμένος στο ερημονήσι. Μόνο στη θέα μιας μποτίλιας Ούζου 12 ξεσηκώνεται, φωνάζοντας μονολεκτικά: «Αυτό!». Και ο εκφωνητής προσθέτει: «Ούζο 12. Για όσους ξέρουν από ούζο». Ηταν το 1982, όταν το ούζο εξακολουθούσε να αποτελεί τη Νο 1 επιλογή στα ελληνικά τραπέζια, πιο μπροστά από την μπίρα και το κρασί. Το 100% ελληνικό ποτό των μερακλήδων κυριαρχούσε, ενώ μια σειρά οικογενειών, κυρίως από το ανατολικό Αιγαίο, είχε στήσει μια απολύτως ελληνοκεντρική βιομηχανία.
Παρά ταύτα, από τότε κύλησε πολύ νερό, για να μην πούμε... ούζο, στο αυλάκι. Η μπίρα, κυρίως χάρη σε αριστοτεχνικές κινήσεις της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, αλλά και το ουίσκι κυριάρχησαν. Τίποτε δεν έμεινε ίδιο, με αποτέλεσμα το ούζο να χάσει δυνάμεις και να μείνει πίσω. Τότε ήταν που ξεκίνησαν και οι περιπέτειες για το Ούζο 12, που περνώντας από διαφορετικά χέρια, σήμερα, με μια συμφωνία που συζητήθηκε πολύ, κατέληξε σε ό,τι αφορά τη διανομή του στην πολυεθνική Β.Σ. Καρούλιας. Μια εταιρεία που επίσης ξεκίνησε ως ελληνική -όπως και η Ούζο 12- και σήμερα αποτελεί μέρος ενός διεθνούς ομίλου με πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο έναν εκ των σημαντικότερων και πλέον ιστορικών μορφών του κλάδου αλκοολούχων ποτών, τον Ελληνοκύπριο Χρήστο Αργυρού.
Σε κάθε περίπτωση, η πρόσφατη συνεργασία της Β.Σ. Καρούλιας με το Ούζο 12 είναι σημαντική. Κι αυτό διότι ένα προϊόν-ορόσημο της αγοράς των αποσταγμάτων και ένα από τα ποιοτικότερα ούζα στην Ελλάδα διά της συνεργασίας αυτής επιδιώκει να επανέλθει στην ηγετική θέση που χρόνια κατείχε, την οποία όμως έχει απολέσει από άλλα ανταγωνιστικά προϊόντα. Κάτι η υποχώρηση συνολικά της κατηγορίας των ούζων λόγω άλλων επιλογών των Ελλήνων καταναλωτών, κάτι η οπισθοχώρηση του ίδιου του brand, η Β.Σ. Καρούλιας έχει πλέον μπροστά της ως πρόκληση να αλλάξει τη ροή της συγκεκριμένης προϊοντικής κατηγορίας και να επαναφέρει το Ούζο 12 εκεί που ήταν. Στην πρώτη θέση. Ποιος άραγε δεν θυμάται ότι το Ούζο 12 μαζί με το μπράντι Metaxa ήταν τη δεκαετία του '70 αλλά και του '80 τα σημαντικότερα ποτά της Ελλάδας και από τους κορυφαίους διεθνείς πρεσβευτές μας, με διαφημίσεις σε όλο τον πλανήτη και απίστευτες πωλήσεις παγκοσμίως;
Η ιστορία του Ούζου 12
Η ιστορία του ούζου ως ποτού ξεκινάει στα μέσα του 18ου αιώνα. Ερχεται να παρουσιαστεί ως μια παραλλαγή του τσίπουρου και παίρνει το όνομά του από την ιταλική λέξη uso, η οποία αναγραφόταν πάνω στα τσουβάλια με γλυκάνισο που εισάγονταν από τη Σικελία προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της εγχώριας αγοράς. Το 1950 το πρώτο εμφιαλωμένο ούζο είναι γεγονός και παίρνει το όνομα «Ούζο 12» προς τιμήν του βαρελιού με το Νο 12, που έκανε το εν λόγω αποσταγματοποιείο ξακουστό από το 1880. Για πάνω από 135 χρόνια το Ούζο 12 παράγεται με την ίδια αυθεντική συνταγή και ποιότητα, που επάξια του χάριζε τη θέση του Νο 1 σε πωλήσεις ούζου στον κόσμο. Παραγωγός οικογένεια του Ούζου 12 ήταν αυτή των Κωνσταντινουπολιτών αδελφών Καλογιάννη. Μια οικογένεια που ακόμα και σήμερα, με άλλες όμως πλέον δραστηριότητες, και διά του επιχειρηματία Νίκου Καλογιάννη εξακολουθεί να ασχολείται με τα αποστάγματα. Το Ούζο 12 έκανε το μεγάλο μπαμ ιδιαίτερα στις δεκαετίες του '60 και '70. Ποιος δεν θυμάται τον μεγαλύτερο ίσως διαφημιστή της χώρας μας, τον Αριστοτέλη Ωνάση, όπου βρισκόταν κι όπου στεκόταν να πίνει ένα ποτήρι από το αγαπημένο του ποτό, συνοδεύοντας προσωπικότητες παγκόσμιου κύρους όπως ο Ουίνστον Τσόρτσιλ; Σύντομα το Ούζο 12 θα περάσει τα στενά ελληνικά σύνορα και θα αποτελέσει παράλληλη ατραξιόν με το Μetaxa. Πολλές διαφημίσεις σε αθλητικά στάδια της εποχής θα προβάλλουν τα δύο ελληνικά brands, τα οποία καθιερώθηκαν το καθένα με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Η τόνωση του τουριστικού ρεύματος προς τη χώρα μας θα γνωρίσει το ελληνικό αυτό ποτό σε εκατομμύρια τουρίστες και η επιτυχία θα είναι συνεχής.
Σύντομα όμως η οικογένεια Καλογιάννη θα κατανοήσει ότι δεν μπορεί να υποστηρίξει την ξέφρενη αυτή πορεία και έτσι στα τέλη της δεκαετίας του '80 πούλησε στη Μεταξά το Ούζο 12. Eνα εμπορικό σήμα που μεσουρανούσε έως τότε στην αγορά. Hδη βέβαια η εν λόγω εμπορική οικογένεια θα πήγαινε προς μια άλλη αγορά, αυτή του ουίσκι, με την εκκίνηση εισαγωγής του τότε παντελώς άγνωστου στην ελληνική αγορά Famous Grouse και αργότερα σε άλλη δραστηριότητα στο ούζο με την εμπορία του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου. Ομως το Ούζο 12 είχε περάσει σε άλλη φάση. Η διανομή του ποτού θα πάει κατόπιν στην εταιρεία Αμβυξ και τώρα στη Β.Σ. Καρούλιας, της οποίας ο νυν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Χρήστος Αργυρού βλέπει ότι μπορεί να υπάρξει εμπορικό μέλλον. Κι αυτό διότι συνολικά η κατηγορία του ούζου στη χώρα μας για χρόνια παραμένει χαμηλότερα από αυτό που θα μπορούσε να επιτύχει σε επίπεδο πωλήσεων, άρα διαφαίνεται ότι με επενδύσεις και μια διαφορετική πολιτική μάρκετινγκ το αγαπημένο ελληνικό ποτό μπορεί να κάνει θαύματα. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι το Ούζο 12 αυτή τη στιγμή βρίσκεται μπροστά στη δεύτερη μεγάλη του ευκαιρία -μετά τις δεκαετίες του '60 και του '70- ώστε να κάνει και πάλι μια διεθνή πορεία και να ξανακερδίσει τις καρδιές των καταναλωτών. Για να αναγεννηθεί από τις εμπορικές του στάχτες και να πάρει και πάλι την πρωτιά.
Β.Σ. Καρούλιας: η εταιρεία που θέλει να μας θυμίσει το ούζο
Ποια είναι όμως η εταιρεία που αναλαμβάνει να μας ξαναθυμίσει το αγαπημένο, αλλά κάπως ξεχασμένο εθνικό ποτό μας; Η ιστορία της μεγάλης εταιρείας εισαγωγής και εμπορίας οινοπνευματωδών Β.Σ. Καρούλιας ξεκίνησε στα δύσκολα χρόνια του '40. Αναγκασμένος από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τις κακουχίες, ο Ελληνας της Διασποράς Βλάσης Καρούλιας αποφασίζει να επιστρέψει στη μητέρα πατρίδα από την Ανατολική Ρωμυλία όπου ζούσε και δραστηριοποιούνταν. Η οικογένειά του αποτελούσε μία από τις πρώτες που ασχολήθηκαν με την οργανωμένη ποτοποιία στη Βουλγαρία ήδη από τον 19ο αιώνα.
Μέσα σε ένα δύσκολο πλαίσιο και με ελάχιστους πόρους, ο Βλάσης Καρούλιας ιδρύει την πρώτη οικογενειακού χαρακτήρα εταιρεία του στο κέντρο της Αθήνας. Είναι η περίοδος όπου το Κολωνάκι δεν είναι η in περιοχή της πρωτεύουσας, αλλά ένα θέατρο μαχών μεταξύ των βρετανικών και των ανταρτικών δυνάμεων. Κι ενώ οι σφαίρες σφύριζαν πάνω από εκεί όπου σήμερα βρίσκονται το «Da Capo» και η «Βιβλιοθήκη», ο δραστήριος επιχειρηματίας προχωρά στη δημιουργία της δικής του κάβας που πωλούσε χονδρική και λιανική.
Με ορμητήριο το Κολωνάκι και αφού οι πολεμικές συγκρούσεις δίνουν τη θέση τους στη φαινομενική πολιτική ηρεμία και τον συμβιβασμό, ο εμιγκρές businessman κατορθώνει να κερδίσει τα δικαιώματα διανομής πολλών διεθνούς φήμης αλκοολούχων ποτών, ανάμεσά τους και του γνωστού Cutty Sark. Οι δεκαετίες του '60 και του '70 φέρνουν διαρκώς νέες φίρμες στην εταιρεία, η οποία μεγαλώνει με ραγδαίους ρυθμούς. Σύντομα μετατρέπεται σε Α.Ε. και φέρνει στην Ελλάδα τα Famous Grouse, Jack Daniel's, Cointreau, Remy Martin κ.ά. Εκεί είναι που η φαν νεολαία των κλαμπ, των Olympians και των ακμαζόντων μπαρ εκτινάσσει τις πωλήσεις του Βλάση Καρούλια. Σύντομα η πολύ καλή πορεία των αποτελεσμάτων και η κυριαρχία της εντός της ελληνικής αγοράς δίνουν το έναυσμα στη βρετανική Berry Bros. & Rudd, που είναι η ιδιοκτήτρια του Cutty Sark, να εξαγοράσει την πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας και να μεταφέρει στην Κηφισιά τις δραστηριότητές της. Αργότερα και εκείνος ο χώρος θα φανεί μικρός, με αποτέλεσμα την τελική μεταφορά στον Αγιο Στέφανο, σε χώρους 20.000 τ.μ. Ομως το ιστορικό άλμα της εταιρείας ήρθε το 1999, χρονιά όπου αποκτώνται τα δικαιώματα στην Ελλάδα του κορυφαίου ελληνικού ποτού Metaxa. Από τον Οκτώβριο του 1992, χρονιά όπου η Berry Bros. & Rudd εξαγόρασε την πλειοψηφία, στο τιμόνι της Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ βρίσκεται ο Ελληνοκύπριος Χρήστος Αργυρού.
Ο τελευταίος γεννήθηκε το 1952 στη μακρινή Γκάνα από πατέρα Κύπριο και μητέρα Χιώτισσα. Ο πατέρας του υπήρξε επιτυχημένος έμπορος, όμως η μοίρα του τελικά ήταν τραγική. Την ώρα που ο γιος του ετοιμαζόταν να παντρευτεί στην Αγγλία, όπου και σπούδαζε, ο Κύπριος έμπορος συλλαμβάνεται από Γκανέζους αντάρτες και εκτελείται. Το πιο τραγικό; Η εκτέλεση έγινε την ημέρα του γάμου του Χρήστου Αργυρού, ο οποίος δεν γνώριζε τίποτα λόγω προβλημάτων επικοινωνίας. Αφού ο Χρήστος τελειώνει τις σπουδές του στα οικονομικά μέσω του στενού φίλου και επιχειρηματία της Εύρηκα Νίκου Σαρρή πιάνει δουλειά στην κυπριακών συμφερόντων εταιρεία. Η επιτυχής πορεία του σύντομα τον οδήγησε στις πύλες της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, όπου λανσάρισε τις πασίγνωστες σε όλους μπίρες Heineken και Amstel. Το 1990 πραγματοποιεί το επόμενο και πιο καθοριστικό του άλμα. Πηγαίνει στη Β.Σ. Καρούλιας.
Ο Βλάσης Καρούλιας σύντομα πεθαίνει αφήνοντάς τον μόνο του να ασκήσει διοίκηση - και μάλιστα την ημέρα των γενεθλίων του Χρήστου Αργυρού, τη 2α Αυγούστου. Με σφιχτή πολιτική και πολύ κόπο, η εταιρεία που βρισκόταν σε δύσκολη περίοδο ορθοποδεί. Γρήγορα στο μετοχικό της κεφάλαιο εισέρχονται Βρετανοί επενδυτές, ενώ το 1998 αναλαμβάνει το σήμα Μetaxa. Η Β.Σ. Καρούλιας για μακρύ διάστημα επενδύει στη χώρα μας ιδιαίτερα σε ποτά όπως το ουίσκι -το οποίο εξελίχθηκε σε εθνικό μας ποτό-, αλλά από το 2005 και έπειτα στο κρασί, που αναδύθηκε. Θεωρείται μία από τις εταιρείες που έμειναν όρθιες στα δύσκολα και κέρδισαν έδαφος παρά τη γενικευμένη πτώση της «νύχτας» ως αγοράς. Μάλιστα το 2011, έπειτα από 19 χρόνια που η Β.Σ. Καρούλιας βρέθηκε σε πολυεθνικά χέρια, πέρασε και πάλι σε ελληνικά. Για την ακρίβεια, η Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ, μετά την απόφαση της αγγλικών συμφερόντων Berry Bros. & Rudd να αποχωρήσει από το μετοχικό κεφάλαιό της, βρέθηκε μετοχικά στην ιδιοκτησία του κ. Αργυρού και η εξαγορά της έγινε μέσω της συνδεδεμένης IMA Βeverages. Τώρα φαίνεται πως ήρθε η ώρα για το ούζο που για χρόνια ξεχάσαμε, για το οποίο όμως η... αλεπού της εγχώριας ποτοποιίας, ο κ. Αργυρού, διαβλέπει μεγάλες προοπτικές.
Του Δημήτρη Μαρκόπουλου
Οι λάτρεις των παλιών διαφημίσεων θα τη θυμούνται, καθώς πλέον θεωρείται κλασική. Ο λαϊκός, βαρύς και ασήκωτος Eλληνας μουστακαλής, αποκλεισμένος σαν Ροβινσώνας Κρούσος, παίζει ατάραχος με το κομπολόι του. Τι κι αν μπροστά του περνάνε καρχαρίες, όμορφες γοργόνες, ακόμα και πλοία που έρχονται να τον σώσουν; Ο ίδιος παραμένει αραχτός, απαθής και ατάραχος. Τίποτα δεν ταράζει τη νιρβάνα του. Παίζει το κομπολόι του και στοχάζεται αποκλεισμένος στο ερημονήσι. Μόνο στη θέα μιας μποτίλιας Ούζου 12 ξεσηκώνεται, φωνάζοντας μονολεκτικά: «Αυτό!». Και ο εκφωνητής προσθέτει: «Ούζο 12. Για όσους ξέρουν από ούζο». Ηταν το 1982, όταν το ούζο εξακολουθούσε να αποτελεί τη Νο 1 επιλογή στα ελληνικά τραπέζια, πιο μπροστά από την μπίρα και το κρασί. Το 100% ελληνικό ποτό των μερακλήδων κυριαρχούσε, ενώ μια σειρά οικογενειών, κυρίως από το ανατολικό Αιγαίο, είχε στήσει μια απολύτως ελληνοκεντρική βιομηχανία.
Παρά ταύτα, από τότε κύλησε πολύ νερό, για να μην πούμε... ούζο, στο αυλάκι. Η μπίρα, κυρίως χάρη σε αριστοτεχνικές κινήσεις της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, αλλά και το ουίσκι κυριάρχησαν. Τίποτε δεν έμεινε ίδιο, με αποτέλεσμα το ούζο να χάσει δυνάμεις και να μείνει πίσω. Τότε ήταν που ξεκίνησαν και οι περιπέτειες για το Ούζο 12, που περνώντας από διαφορετικά χέρια, σήμερα, με μια συμφωνία που συζητήθηκε πολύ, κατέληξε σε ό,τι αφορά τη διανομή του στην πολυεθνική Β.Σ. Καρούλιας. Μια εταιρεία που επίσης ξεκίνησε ως ελληνική -όπως και η Ούζο 12- και σήμερα αποτελεί μέρος ενός διεθνούς ομίλου με πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο έναν εκ των σημαντικότερων και πλέον ιστορικών μορφών του κλάδου αλκοολούχων ποτών, τον Ελληνοκύπριο Χρήστο Αργυρού.
Σε κάθε περίπτωση, η πρόσφατη συνεργασία της Β.Σ. Καρούλιας με το Ούζο 12 είναι σημαντική. Κι αυτό διότι ένα προϊόν-ορόσημο της αγοράς των αποσταγμάτων και ένα από τα ποιοτικότερα ούζα στην Ελλάδα διά της συνεργασίας αυτής επιδιώκει να επανέλθει στην ηγετική θέση που χρόνια κατείχε, την οποία όμως έχει απολέσει από άλλα ανταγωνιστικά προϊόντα. Κάτι η υποχώρηση συνολικά της κατηγορίας των ούζων λόγω άλλων επιλογών των Ελλήνων καταναλωτών, κάτι η οπισθοχώρηση του ίδιου του brand, η Β.Σ. Καρούλιας έχει πλέον μπροστά της ως πρόκληση να αλλάξει τη ροή της συγκεκριμένης προϊοντικής κατηγορίας και να επαναφέρει το Ούζο 12 εκεί που ήταν. Στην πρώτη θέση. Ποιος άραγε δεν θυμάται ότι το Ούζο 12 μαζί με το μπράντι Metaxa ήταν τη δεκαετία του '70 αλλά και του '80 τα σημαντικότερα ποτά της Ελλάδας και από τους κορυφαίους διεθνείς πρεσβευτές μας, με διαφημίσεις σε όλο τον πλανήτη και απίστευτες πωλήσεις παγκοσμίως;
Η ιστορία του Ούζου 12
Η ιστορία του ούζου ως ποτού ξεκινάει στα μέσα του 18ου αιώνα. Ερχεται να παρουσιαστεί ως μια παραλλαγή του τσίπουρου και παίρνει το όνομά του από την ιταλική λέξη uso, η οποία αναγραφόταν πάνω στα τσουβάλια με γλυκάνισο που εισάγονταν από τη Σικελία προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της εγχώριας αγοράς. Το 1950 το πρώτο εμφιαλωμένο ούζο είναι γεγονός και παίρνει το όνομα «Ούζο 12» προς τιμήν του βαρελιού με το Νο 12, που έκανε το εν λόγω αποσταγματοποιείο ξακουστό από το 1880. Για πάνω από 135 χρόνια το Ούζο 12 παράγεται με την ίδια αυθεντική συνταγή και ποιότητα, που επάξια του χάριζε τη θέση του Νο 1 σε πωλήσεις ούζου στον κόσμο. Παραγωγός οικογένεια του Ούζου 12 ήταν αυτή των Κωνσταντινουπολιτών αδελφών Καλογιάννη. Μια οικογένεια που ακόμα και σήμερα, με άλλες όμως πλέον δραστηριότητες, και διά του επιχειρηματία Νίκου Καλογιάννη εξακολουθεί να ασχολείται με τα αποστάγματα. Το Ούζο 12 έκανε το μεγάλο μπαμ ιδιαίτερα στις δεκαετίες του '60 και '70. Ποιος δεν θυμάται τον μεγαλύτερο ίσως διαφημιστή της χώρας μας, τον Αριστοτέλη Ωνάση, όπου βρισκόταν κι όπου στεκόταν να πίνει ένα ποτήρι από το αγαπημένο του ποτό, συνοδεύοντας προσωπικότητες παγκόσμιου κύρους όπως ο Ουίνστον Τσόρτσιλ; Σύντομα το Ούζο 12 θα περάσει τα στενά ελληνικά σύνορα και θα αποτελέσει παράλληλη ατραξιόν με το Μetaxa. Πολλές διαφημίσεις σε αθλητικά στάδια της εποχής θα προβάλλουν τα δύο ελληνικά brands, τα οποία καθιερώθηκαν το καθένα με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο. Η τόνωση του τουριστικού ρεύματος προς τη χώρα μας θα γνωρίσει το ελληνικό αυτό ποτό σε εκατομμύρια τουρίστες και η επιτυχία θα είναι συνεχής.
Σύντομα όμως η οικογένεια Καλογιάννη θα κατανοήσει ότι δεν μπορεί να υποστηρίξει την ξέφρενη αυτή πορεία και έτσι στα τέλη της δεκαετίας του '80 πούλησε στη Μεταξά το Ούζο 12. Eνα εμπορικό σήμα που μεσουρανούσε έως τότε στην αγορά. Hδη βέβαια η εν λόγω εμπορική οικογένεια θα πήγαινε προς μια άλλη αγορά, αυτή του ουίσκι, με την εκκίνηση εισαγωγής του τότε παντελώς άγνωστου στην ελληνική αγορά Famous Grouse και αργότερα σε άλλη δραστηριότητα στο ούζο με την εμπορία του Ούζου Πλωμαρίου Ισιδώρου Αρβανίτου. Ομως το Ούζο 12 είχε περάσει σε άλλη φάση. Η διανομή του ποτού θα πάει κατόπιν στην εταιρεία Αμβυξ και τώρα στη Β.Σ. Καρούλιας, της οποίας ο νυν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος Χρήστος Αργυρού βλέπει ότι μπορεί να υπάρξει εμπορικό μέλλον. Κι αυτό διότι συνολικά η κατηγορία του ούζου στη χώρα μας για χρόνια παραμένει χαμηλότερα από αυτό που θα μπορούσε να επιτύχει σε επίπεδο πωλήσεων, άρα διαφαίνεται ότι με επενδύσεις και μια διαφορετική πολιτική μάρκετινγκ το αγαπημένο ελληνικό ποτό μπορεί να κάνει θαύματα. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν ότι το Ούζο 12 αυτή τη στιγμή βρίσκεται μπροστά στη δεύτερη μεγάλη του ευκαιρία -μετά τις δεκαετίες του '60 και του '70- ώστε να κάνει και πάλι μια διεθνή πορεία και να ξανακερδίσει τις καρδιές των καταναλωτών. Για να αναγεννηθεί από τις εμπορικές του στάχτες και να πάρει και πάλι την πρωτιά.
Β.Σ. Καρούλιας: η εταιρεία που θέλει να μας θυμίσει το ούζο
Ποια είναι όμως η εταιρεία που αναλαμβάνει να μας ξαναθυμίσει το αγαπημένο, αλλά κάπως ξεχασμένο εθνικό ποτό μας; Η ιστορία της μεγάλης εταιρείας εισαγωγής και εμπορίας οινοπνευματωδών Β.Σ. Καρούλιας ξεκίνησε στα δύσκολα χρόνια του '40. Αναγκασμένος από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τις κακουχίες, ο Ελληνας της Διασποράς Βλάσης Καρούλιας αποφασίζει να επιστρέψει στη μητέρα πατρίδα από την Ανατολική Ρωμυλία όπου ζούσε και δραστηριοποιούνταν. Η οικογένειά του αποτελούσε μία από τις πρώτες που ασχολήθηκαν με την οργανωμένη ποτοποιία στη Βουλγαρία ήδη από τον 19ο αιώνα.
Μέσα σε ένα δύσκολο πλαίσιο και με ελάχιστους πόρους, ο Βλάσης Καρούλιας ιδρύει την πρώτη οικογενειακού χαρακτήρα εταιρεία του στο κέντρο της Αθήνας. Είναι η περίοδος όπου το Κολωνάκι δεν είναι η in περιοχή της πρωτεύουσας, αλλά ένα θέατρο μαχών μεταξύ των βρετανικών και των ανταρτικών δυνάμεων. Κι ενώ οι σφαίρες σφύριζαν πάνω από εκεί όπου σήμερα βρίσκονται το «Da Capo» και η «Βιβλιοθήκη», ο δραστήριος επιχειρηματίας προχωρά στη δημιουργία της δικής του κάβας που πωλούσε χονδρική και λιανική.
Με ορμητήριο το Κολωνάκι και αφού οι πολεμικές συγκρούσεις δίνουν τη θέση τους στη φαινομενική πολιτική ηρεμία και τον συμβιβασμό, ο εμιγκρές businessman κατορθώνει να κερδίσει τα δικαιώματα διανομής πολλών διεθνούς φήμης αλκοολούχων ποτών, ανάμεσά τους και του γνωστού Cutty Sark. Οι δεκαετίες του '60 και του '70 φέρνουν διαρκώς νέες φίρμες στην εταιρεία, η οποία μεγαλώνει με ραγδαίους ρυθμούς. Σύντομα μετατρέπεται σε Α.Ε. και φέρνει στην Ελλάδα τα Famous Grouse, Jack Daniel's, Cointreau, Remy Martin κ.ά. Εκεί είναι που η φαν νεολαία των κλαμπ, των Olympians και των ακμαζόντων μπαρ εκτινάσσει τις πωλήσεις του Βλάση Καρούλια. Σύντομα η πολύ καλή πορεία των αποτελεσμάτων και η κυριαρχία της εντός της ελληνικής αγοράς δίνουν το έναυσμα στη βρετανική Berry Bros. & Rudd, που είναι η ιδιοκτήτρια του Cutty Sark, να εξαγοράσει την πλειοψηφία των μετοχών της εταιρείας και να μεταφέρει στην Κηφισιά τις δραστηριότητές της. Αργότερα και εκείνος ο χώρος θα φανεί μικρός, με αποτέλεσμα την τελική μεταφορά στον Αγιο Στέφανο, σε χώρους 20.000 τ.μ. Ομως το ιστορικό άλμα της εταιρείας ήρθε το 1999, χρονιά όπου αποκτώνται τα δικαιώματα στην Ελλάδα του κορυφαίου ελληνικού ποτού Metaxa. Από τον Οκτώβριο του 1992, χρονιά όπου η Berry Bros. & Rudd εξαγόρασε την πλειοψηφία, στο τιμόνι της Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ βρίσκεται ο Ελληνοκύπριος Χρήστος Αργυρού.
Ο τελευταίος γεννήθηκε το 1952 στη μακρινή Γκάνα από πατέρα Κύπριο και μητέρα Χιώτισσα. Ο πατέρας του υπήρξε επιτυχημένος έμπορος, όμως η μοίρα του τελικά ήταν τραγική. Την ώρα που ο γιος του ετοιμαζόταν να παντρευτεί στην Αγγλία, όπου και σπούδαζε, ο Κύπριος έμπορος συλλαμβάνεται από Γκανέζους αντάρτες και εκτελείται. Το πιο τραγικό; Η εκτέλεση έγινε την ημέρα του γάμου του Χρήστου Αργυρού, ο οποίος δεν γνώριζε τίποτα λόγω προβλημάτων επικοινωνίας. Αφού ο Χρήστος τελειώνει τις σπουδές του στα οικονομικά μέσω του στενού φίλου και επιχειρηματία της Εύρηκα Νίκου Σαρρή πιάνει δουλειά στην κυπριακών συμφερόντων εταιρεία. Η επιτυχής πορεία του σύντομα τον οδήγησε στις πύλες της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, όπου λανσάρισε τις πασίγνωστες σε όλους μπίρες Heineken και Amstel. Το 1990 πραγματοποιεί το επόμενο και πιο καθοριστικό του άλμα. Πηγαίνει στη Β.Σ. Καρούλιας.
Ο Βλάσης Καρούλιας σύντομα πεθαίνει αφήνοντάς τον μόνο του να ασκήσει διοίκηση - και μάλιστα την ημέρα των γενεθλίων του Χρήστου Αργυρού, τη 2α Αυγούστου. Με σφιχτή πολιτική και πολύ κόπο, η εταιρεία που βρισκόταν σε δύσκολη περίοδο ορθοποδεί. Γρήγορα στο μετοχικό της κεφάλαιο εισέρχονται Βρετανοί επενδυτές, ενώ το 1998 αναλαμβάνει το σήμα Μetaxa. Η Β.Σ. Καρούλιας για μακρύ διάστημα επενδύει στη χώρα μας ιδιαίτερα σε ποτά όπως το ουίσκι -το οποίο εξελίχθηκε σε εθνικό μας ποτό-, αλλά από το 2005 και έπειτα στο κρασί, που αναδύθηκε. Θεωρείται μία από τις εταιρείες που έμειναν όρθιες στα δύσκολα και κέρδισαν έδαφος παρά τη γενικευμένη πτώση της «νύχτας» ως αγοράς. Μάλιστα το 2011, έπειτα από 19 χρόνια που η Β.Σ. Καρούλιας βρέθηκε σε πολυεθνικά χέρια, πέρασε και πάλι σε ελληνικά. Για την ακρίβεια, η Β.Σ. Καρούλιας ΑΒΕΕΠ, μετά την απόφαση της αγγλικών συμφερόντων Berry Bros. & Rudd να αποχωρήσει από το μετοχικό κεφάλαιό της, βρέθηκε μετοχικά στην ιδιοκτησία του κ. Αργυρού και η εξαγορά της έγινε μέσω της συνδεδεμένης IMA Βeverages. Τώρα φαίνεται πως ήρθε η ώρα για το ούζο που για χρόνια ξεχάσαμε, για το οποίο όμως η... αλεπού της εγχώριας ποτοποιίας, ο κ. Αργυρού, διαβλέπει μεγάλες προοπτικές.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου